Η δημοσιονομική κατάρρευση, η διαδικασία ντόμινο που έχει ήδη αρχίσει με τις ακάλυπτες επιταγές, η κάθετη πτώση του τουρισμού που έχει ξαναδώσει στις ελληνικές παραλίες την εικόνα που είχαν την δεκαετία του ’60, θορυβεί τους πάντες. ΄Ολοι βλέπουν να επέρχεται πτώση του βιοτικού επιπέδου, αδυναμία του κράτους να πληρώσει μισθούς και συντάξεις, διάλυση του ασφαλιστικού συστήματος κλπ. Εγώ αντιθέτως, υποστηρίζω ότι όλα αυτά αποτελούν μία θαυμάσια ευκαιρία ριζικής αναθεώρησης της οικονομικής μας ζωής.
Η τερατώδης τουριστική έκρηξη, που άρχισε την δεκαετία του ’60, κορυφώθηκε με τις θορυβούσες και μολύνουσες τα πάντα ορδές μπατιροτουριστών την δεκαετία του ’70, συνεχίστηκε την δεκαετία του ’80 και άρχισε να φθίνει την δεκαετία του ’90, υπήρξε εξαιρετικά αλλοιωτική πολλών πραγμάτων. Αποξένωσε τον Έλληνα από την μακραίωνη και περίτεχνη οικονομική του παράδοση και τον μεταμόρφωσε από παραγωγό σε προαγωγό της παράδοσής του.
Έκανε το «τζατζίκι», τον «μουζάκα», το «συρτάκι» χυδαία σύμβολα της τουριστικής ευτέλειας και εμπορευματοποίησης. Τον σεμνό νέο της υπαίθρου εκπόρνευσε σε «καμάκι». Στην θέση της παροιμιώδους ελληνικής φιλοξενίας εγκατέστησε την εξαπάτηση του «ξένου», την εκμετάλλευσή του έναντι παροχής ελεεινών υπηρεσιών.
Η ραγδαία και κυρίως απότομη άνοδος του βιοτικού επιπέδου με δανεικά και κοινοτικά προγράμματα προκάλεσε φαινόμενα μαζικής ψυχιατρικής αποσταθεροποίησης (διότι η διαδρομή από το τσεμπέρι και την στάνη στο τσιμεντένιο τριάρι ή στην υπερπολυτελή «μαιζονέττα» σε δύο-τρεις δεκαετίες δεν αφομοιώνεται εύκολα). Επίσης προκάλεσε ένα ασύλληπτο κύμα κιτς, που σάρωσε ό,τι αισθητικό είχε οικοδομηθεί σ’αυτήν την χώρα την τελευταία εκατονταετία. Το αποτέλεσμα ήταν η δημιουργία ενός πρωτοφανούς ανθρώπινου τύπου, με κύρια χαρακτηριστικά την αποκοπή του από τις παραδοσιακές αρετές του γένους μας, που μας βοήθησαν να επιβιώσουμε σ’αυτήν την επικίνδυνη και ξηρή κόγχη γης επί τρεις χιλιάδες χρόνια, την αποστροφή του προς την εργασία και την ανευθυνότητα, την απροθυμία ή αδυναμία να αναζητήσει δουλειά και να δημιουργήσει οικογένεια.
Ο πρωτοφανής αυτός μεταλλαγμένος νεοέλληνας με δυσκολία χειρίζεται την σπουδαιότερη γλώσσα του κόσμου, πάσχει από πλήρη έλλειψη αυτοπεποίθησης, έχει χάσει την κριτική του σκέψη, βολεύεται με το επίδομα ανεργίας και βασικός του στόχος είναι ο διορισμός του στο δημόσιο.
Ο υπερκαταναλωτισμός που προωθήθηκε ανεύθυνα από τις κυβερνήσεις, τις τράπεζες και τις εταιρείες διαφημίσεων, βασίστηκε στην πλήρη αδιαφορία των πάντων για τον τρόπο αποπληρωμής των καταναλωτικών δανείων, διακοποδανείων, δωροδανείων και όλων των συναφών τραπεζικών «χρηματοοικονομικών προϊόντων». Εν τέλει, διαμορφώθηκε ένα παγκοσμίως πρωτοφανές οικονομικό μοντέλο, που χαρακτηρίζεται από τερατώδη ανισότητα παραγωγής-κατανάλωσης, απουσία στοιχειώδους επίγνωσης της πραγματικότητας και γενικευμένη διαφθορά. Διότι μόνον η διαφθορά μπορεί να εξασφαλίσει έναν υπερβολικό καταναλωτισμό, όταν η παραγωγικότητα είναι τραγική χαμηλή.
Τώρα όμως, τα ψέματα τελείωσαν. Διότι κάποτε, σε όλες ανεξαιρέτως τις περιπτώσεις, έρχεται ο λογαριασμός. Δεν είναι καν η παγκόσμια ύφεση, αυτή είναι το χρήσιμο πρόσχημα του χρεωκοπημένου πολιτικού συστήματος και της χειρότερης κυβέρνησης (και της χειρότερης αντιπολίτευσης) της νεοελληνικής ιστορίας.
Ούτως ή άλλως κάποτε θα έφθανε η στιγμή κατά την οποία τα περιθώρια ψεύδους, δημαγωγίας, αυτοεξαπάτησης, παραπλάνησης, ψευτορυθμίσεων, αναβολών θα τελείωναν.
Τώρα είναι η ώρα της αλήθειας. Και η αλήθεια θα σαρώσει ψευδοευδαιμονίες, κάπηλους καταναλωτισμούς, νεοπλουτισμούς με πήλινα πόδια, γελοίες αλαζονείες και φαιδρές αυτοπεποιθήσεις. Και μαζί με αυτές, τις δογματικές αλήθειες των καθεστωτικών οικονομολόγων.
Ας πούμε λοιπόν τι επίκειται: επίκειται το τέλος της ευδαιμονίας και του υπερκαταναλωτισμού. Η επιστροφή στο σεμνό, λιτό μοντέλο διαβίωσης και κατανάλωσης της δεκαετίας του ’50. Η επιστροφή των Ελλήνων στον πρωτογενή τομέα, στις «ταπεινές» εργασίες, στην αποταμίευση. Η συντριβή της κατανάλωσης ως μηχανισμού κοινωνικής ανάδειξης και καταξίωσης.
Μέσα από αυτήν την συγκυρία, δεν αποκλείεται όμως η συντριβή των ψευδαισθήσεων να ανασύρει από το χρονοντούλαπο της μακραίωνης ελληνικής ιστορίας τις παλιές, δοκιμασμένες αρετές των Ελλήνων: την δημιουργική φαντασία, την οδυσσεϊκή ικανότητα επιβίωσης σε δύσκολες περιστάσεις, την κοινοτική αλληλεγγύη και συνέργεια, την στενή σχέση με την παραγωγή και τον πρωτογενή τομέα, την αξία της οικογένειας ως πολυλειτουργικού κοινωνικού και οικονομικού μηχανισμού, την πρωταρχική συσσώρευση κεφαλαίου, την αξιοποίηση των επικοινωνιακών, εμπορικών και άλλων χαρισμάτων του λαού μας, και γενικότερα της εξωστρέφειάς μας και της ικανότητάς μας να κινούμεθα με εξαιρετική ευχέρεια σε ανοιχτούς ορίζοντες.
Και ίσως ανασύρει και την παλαιά, παραβιασθείσα ασυστόλως τις τελευταίες δεκαετίες, τάση των Ελλήνων να αναδεικνύουν στην ηγεσία τους ικανούς, τους έντιμους και τους γενναίους.
Συγχαρητήρια για το άρθρο.
ΑπάντησηΔιαγραφήΤα λέει όλα....